Κατηγορίες της μπίρας

Πολλά είναι τα είδη της μπίρας, γύρω στα 50, με διαφορετικές γεύσεις και χαρακτηριστικά. Ο βασικός παράγοντας της κατηγοριοποίησης της μπίρας εξαρτάται από το είδος της ζύμωσης κατά την παραγωγή της. Επίσης, δευτερεύοντες παράγοντες είναι ο τρόπος παραγωγής και ο τόπος προέλευσης. Λίγοι γνωρίζουμε πολύ καλά όλα τα είδη τις μπίρας, με αποτέλεσμα να γίνεται και πιο δύσκολη η επιλογή της καταλληλότερης. Παρακάτω θα βρείτε ένα βασικό διαχωρισμό των ειδών με τα χαρακτηριστικά τους.

Lager
Οι γνωστές σε όλους μας «ξανθές» μπίρες, χαμηλής ζυμώσεως που συναντάμε συχνά, καθώς σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι περισσότερες μπίρες. Ελαφριές με έντονη την αίσθηση του ανθρακικού. Αυτές περιέχουν μαγιά, η οποία κατά την ζύμωσή τους κατακάθεται στον πυθμένα του δοχείου ζύμωσης (βυθοζύμες). Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα παρακάτω είδη:
  1. Amber ή κοκκινόχρωμες lagers: με χαρακτηριστική γεύση καραμέλας και λυκίσκου.
  2. Bocks: Μπίρες με γεύσεις σοκολάτας, καραμέλας και βύνης, συνήθως σκουρόχρωμες (maibocks) έως και πολύ σκούρες (doppelbocks). Είναι δυνατές μπίρες χαμηλής ζύμωσης (βυθοζύμες) από βύνη κριθαριού με 6.6% αλκοόλ.
  3. Dark ή Dunkel lagers: Εχουν χρώμα καστανό και καστανοκόκκινο με γεύση καραμέλας ή σοκολάτας.
  4. Pilseners/Pils: ξηρές και πικρές μπίρες, συνήθως ανοιχτόχρωμες ή χρυσαφένιες, με χαρακτηριστική γεύση λυκίσκου με πλούσιο άρωμα λουλουδιών. Είναι ο πιο χαρακτηριστικός τύπος των Lager, με το 70%-80% της παγκόσμιας παραγωγής μπίρας. Το όνομά τους το πήραν από το χωριό Pilsen της Τσεχίας, όπου πρωτοπαράχθησαν. Έχουν αλκοόλ 4.8%-5.7%.
  5. Rauchbier: Έχουν σκούρο χρώμα και έντονο χαρακτηριστικό άρωμα καπνού, αλλά και γεύση με μέτρια πικράδα. Το όνομά της σημαίνει στα γερμανικά «καπνιστή μπίρα». Εχουν αλκοόλ 5.5%.
Ales
Μπίρες υψηλής ζύμωσης, με σύνθετη γεύση και αρώματα. Σε αυτού του είδους μπίρες μετά τη ζύμωση, η μαγιά ανεβαίνει στην επιφάνειά τους (αφροζύμες). Σε αυτή την κατηγορία συναντούμε τις μοναστηριακές και τις διπλής ζύμωσης μπίρες, που από πολλούς θεωρούνται ως το καλύτερο είδος μπίρας. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα παρακάτω είδη:
  1. Red Ale: Η παραδοσιακή βύνη Vienna της Βιέννης ευθύνεται για το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα αυτής της μπίρας. Εχουν γεύση ελαφρός πικρή και παράγονται κυρίως στο Βέλγιο, τις ΗΠΑ και την Ιρλανδία.
  2. Weisse: Οι μπίρες αυτές παρασκευάζονται κυρίως από σιτάρι (40%-70%) και οι περισσότερες δεν φιλτράρονται. Έτσι περιέχουν υπολείμματα μαγιάς στη φιάλη τους με αποτέλεσμα να έχουν ένα θολό χρώμα και πλούσιο αφρό. Το αλκοόλ τους είναι περίπου 4,5-5,7% και απαιτούν έναν ιδιαίτερο τρόπο σερβιρίσματος.
  3. Trappist: Ο όρος αυτός είναι αποκλειστικός 6 μοναστηριών (5 στο Βέλγιο και 1 στην Ολλανδία) που έχουν το δικαίωμα να τον χρησιμοποιούν. Πρόκειται για τις λεγόμενες μοναστηριακές μπίρες, οι οποίες είναι υψηλής ζύμωσης, και η ωρίμανσή τους διαρκεί πάνω από 3 χρόνια. Σε αυτές τις μπίρες έχουν προστεθεί καραμελοποιημένα σάκχαρα, ενώ το τελικό στάδιο της παραγωγή τους γίνεται μέσα στην ίδια την φιάλη που έχουν παρασκευαστεί, όπου ακολουθεί μια δεύτερη ζύμωση (επαναζύμωση).
  4. Stout: Ιρλανδικές κατά βάση μπίρες, μιας και εκεί γεννήθηκαν τον 18ο αιώνα. Υπάρχουν τέσσερις (4) τύποι Stout: Dry, Sweet, Double Stout και Imperial.
  5. Strong Golden Ale: Με αρώματα από ποικιλίες λυκίσκου, φρουτώδη γεύση και χρώμα ξανθό, οι μπίρες αυτές είναι αρκετά δυνατές σε αλκοόλ 7-8,5%.
  6. Abbey/Abbaye: Είναι οι τύπου «μοναστηριακές» μπίρες. Αυτές παράγονται κατά τα πρότυπα των μοναστηριακών, χωρίς όμως να προέρχονται από τα 6 μοναστήρια που παράγουν τις Trappist μπίρες.
  7. IPA India Pale Ale: Η ιστορία τους ξεκινά όταν η Γηραιά Αλβιώνα εξήγαγε αυτόν τον ειδικό τύπο μπίρας στα μέρη που αποτελούσαν αποικίες της Βρετανίας στην ινδική υποήπειρο και καθώς το κλίμα ήταν γενικά πολύ ζεστό, γι αυτό το λόγο, αναπτύχθηκε ένα νέο είδος μπύρας που εξαγόταν στην Ινδία για να κρατά χαρούμενους τους αξιωματικούς του στρατού και τους υπαλλήλους της East India Company, η οποία μονοπωλούσε το εμπόριο των βασικότερων αγαθών της εποχής μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Σήμερα πλέον, καμία από τις μαύρες, κόκκινες ή λευκές India Pale Ale δεν εξάγεται αποκλειστικά και μόνο στην Ινδία. Και αν αναρωτηθεί κανείς ποιό είναι το χαρακτηριστικό που ορίζει μια τέτοια μπύρα, η απάντηση είναι τα υψηλά επίπεδα άλφα οξέων. Τέτοια συναντούμε σε πολλές ποικιλίες αμερικανικού λυκίσκου και, πιο πρόσφατα, σε κάποιες από τη Γερμανία. Αυτές είναι οι ουσίες που προσδίδουν την πικράδα στο μαγικό αυτό φυτό που χαρίζει σε μία μπύρα τις γευστικές νότες γης, ρετσινιού, άνθεων και εσπεριδοειδών. Για να ισορροπήσει την κατά ριπάς επίθεση αρωμάτων από την επιπλέον χρήση του λυκίσκου, ο ζυθοποιός υποβάλλει το μίγμα της βύνης σε μία έντονη, σύντομη και θερμή ζύμωση. Το αποτέλεσμα: ένας φρουτώδης, πικάντικος και άκρως funky ζύθος!


Lambic
Μιά ιδιαίτερη κατηγορία είναι η μπύρα Lambic. Είναι μια μοναδική, αρχαϊκή μορφή μπύρας, η οποία είναι αρκετά διαφορετική από τις σύγχρονες. Οι αυθεντικές Lambic παράγονται μόνο στην περιοχή Senne River Valley του Βελγίου κοντά στις Βρυξέλλες. Όπως και οι μπύρες που παράγονταν στην αρχαιότητα, έτσι και αυτές ζυμώνονται αυθόρμητα με άγριες, φυσικές ζύμες και βακτήρια. Οι ζύμες και τα βακτηρίδια διαμένουν στον αέρα, καθώς και στον εξοπλισμό αλλά και σε ολόκληρες τις δομές της ζυθοποιίας. Το συγκεκριμένο, ιδανικό μικροβιακό προφίλ που υπάρχει στην κοιλάδα Senne επιτρέπει τη δημιουργία αληθινής Lambic μπύρας που δεν μπορεί να αναπαραχθεί αλλού. Ο εξοπλισμός ζυθοποιίας που φιλοξενεί και καλλιεργεί διάφορα είδη ζύμης και βακτηρίων δεν καθαρίζεται και απολυμαίνεται πλήρως. Οι φθίνουσες, καρυκευμένες δομές των ζυθοποιών διατηρούνται έτσι ώστε να μην χάνονται σημαντικές μικροβιακές χλωρίδες. Αυτό έρχεται σε έντονη αντίθεση με τα σύγχρονα ζυθοποιεία που χρησιμοποιούν καθαρές εργαστηριακά εκτρεφόμενες ποικιλίες μαγιάς ζυθοποιίας και συνεχώς δουλεύουν για να εξασφαλίσουν ότι η μπύρα δεν είναι μολυσμένη με μικρόβια εκτός από το καθαρό στέλεχος ζυθοποιίας. Καφέ, οξειδωμένο λυκίσκο που έχουν παλαιωθεί για τρία ή περισσότερα χρόνια χρησιμοποιούνται επίσης για να κάνουν την Lambic. Σε αντίθεση με τον πράσινο, μη οξειδωμένο λυκίσκο που χρησιμοποιείται για την παρασκευή συμβατικής μπύρας, ο οξειδωμένος λυκίσκος δεν συμβάλλει στον πικρό χαρακτήρα του λυκίσκου. Χρησιμοποιούνται κυρίως για τις φυσικές τους συντηρητικές ιδιότητες. Η άγρια, ασυνήθιστη φύση της μπύρας Lambic, καθιστά ένα πολύπλοκο ρόφημα που έχει καλύτερη γευστική εμπειρία όταν σερβίρεται στην κατάλληλη θερμοκρασία 4C έως 12C και σε κατάλληλα γυάλινα σκεύη.

Βασικοί εκπρόσωποι αυτής της μπίρας είναι η αμιξάριστη (Unblended) ή απλή lambic όπως η Faro, η  Gueuze ή Geuze που είναι πολύ ξινή όπως η Cantillon, Lindemans και άλλες και οι φρουτώδεις που είναι συνήθως επισημασμένες ως kriek, pecheresse ή peche, framboise, strawberry και cassis όπως η Timmermans Kriek ή η Kriek Boon και πολλές άλλες.


ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου